observe$54358$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

observe$54358$ - translation to ελληνικό

ACTIVE ACQUISITION OF INFORMATION FROM A PRIMARY SOURCE
Observing; Extrospection; Observe; Observations; Extrospective; Physical observation; Qualitative observation; Observational; Observed; Observes; Observational bias; Obervation; Obſerve
  • Observing the air traffic in [[Rõuge]], [[Estonia]]

observe      
v. παρατηρώ, τηρώ, παρακολουθώ

Ορισμός

observation
¦ noun
1. the action or process of closely observing or monitoring.
2. the ability to notice significant details.
3. the taking of the sun's or another celestial body's altitude to find a latitude or longitude.
4. a comment based on something one has seen, heard, or noticed.
Derivatives
observational adjective
observationally adverb

Βικιπαίδεια

Observation

Observation is an act or instance of noticing or perceiving in the Natural sciences and the acquisition of information from a primary source. In living beings, observation employs the senses. In science, observation can also involve the perception and recording of data via the use of scientific instruments. The term may also refer to any data collected during the scientific activity. Observations can be qualitative, that is, only the absence or presence of a property is noted, or quantitative if a numerical value is attached to the observed phenomenon by counting or measuring.